Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) δημοσίευσε τα στοιχεία για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στο α’ πεντάμηνο του έτους. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε εν συγκρίσει με το αντίστοιχο περσινό πεντάμηνο κατά 23%, ανήλθε στα 9,1 δις, από 7,4 στο αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Δεν είναι απλώς ένα “καμπανάκι”. Συνιστά μια ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη, που μαρτυρά πολλά για το παρόν και το μέλλον της Κυβέρνησης, κυρίως βέβαια για τα πεπραγμένα της.
Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία της ΤτΕ, παρότι είχαμε θετική επίδραση κυρίως από τον τουρισμό στον τομέα των υπηρεσιών, το εμπορικό έλλειμμα επικράτησε με το μέγεθός του στο συνολικό αποτέλεσμα. Το εμπορικό έλλειμμα είναι ο πιο αξιόπιστος δείκτης για το πόσο ανταγωνιστική είναι η ελληνική οικονομία. Είναι δυνατόν, στα μισά ακριβώς της καλύτερης περιόδου μεταπολεμικά από πλευράς χρηματοδότησης για την Ελλάδα, με ένα σύνολο πόρων που ξεπερνούν τα 70 δις, να αντιμετωπίζει τέτοια βύθιση η ανταγωνιστικότητα της Χώρας;Αποκτά μια άλλη διάσταση η παρατήρηση της ΤτΕ ότι το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, ως προς τις εισπράξεις πηγαίνει ικανοποιητικά, καθώς έχουμε εισπράξει το 41% των χρημάτων, αλλά όλως παραδόξως στην πραγματική οικονομία έχει φθάσει μόλις το 14%. Πού είναι “παρκαρισμένα” αυτά τα δις; Πώς χρησιμοποιούνται απ’ την Κυβέρνηση; Πώς και γιατί δεν διοχετεύονται στην πραγματική οικονομία, στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις για να επενδύσουν στην καινοτομία, την ψηφιοποίηση και σε ό,τι συνιστά ανταγωνιστικότητα; Τ
ο μοντέλο “ανάπτυξης” που υπηρετεί με συνέπεια η Κυβέρνηση της Ν.Δ. εδώ και πέντε χρόνια, το οποίο στηρίζεται μονοσήμαντα στο real estate, την κατανάλωση και τον τουρισμό, “πνέει τα λοίσθια”. Ο δρόμος που ακολουθεί η Κυβέρνηση είναι πολλαπλά αδιέξοδος. Όλοι οι διεθνείς φορείς, από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέχρι τη Eurostat, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τον ΟΟΣΑ, προβλέπουν ότι από το 2026 και μετά η Ελλάδα θα επιστρέψει κοντά στο 1% ρυθμό ανάπτυξης. Ο “λογαριασμός” δεν βγαίνει, λαμβάνοντας υπόψη και το ορόσημο του 2032, όταν μεταβάλλεται ο ρυθμός εξυπηρέτησης δημόσιου χρέους. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από άλλους ρυθμούς ανάπτυξης, τους οποίους δεν πρόκειται να αποκτήσει με τη “λογική” που βαδίζει η Κυβέρνηση. Σήμερα είναι μια Χώρα “κομμένη στα δύο”, μια “διχασμένη” Χώρα. Ό,τι δεν αγγίζει ο τουρισμός, παρακμάζει και συρρικνώνεται. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Η “ανακάλυψη” της Κυβέρνησης ότι μπορεί να υπάρχει ελληνική περιφέρεια χωρίς ύπαιθρο, Χώρα χωρίς ενδοχώρα, δεν ισοδυναμεί με την …“ανακάλυψη της Αμερικής”. Κι άλλοι επένδυσαν σ’ αυτό και απέτυχαν.
Όσον αφορά δε τις πολιτικές συνέπειες, έγιναν ορατές στις Ευρωεκλογές, με την αποχή, αλλά και την ενίσχυση της ακροδεξιάς. Μένοντας στο έλλειμμα του ισοζυγίου, υπάρχει ένα ενδιαφέρον στοιχείο από το χώρο της ενέργειας. Στα έξι από τα τελευταία 12 χρόνια, το έλλειμμα στον τομέα των καυσίμων (αργό πετρέλαιο και φυσικό αέριο) είναι μεγαλύτερο από το συνολικό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Δύο χρόνια είναι ακριβώς ισοδύναμο και τέσσερα χρόνια κυμαίνεται μεταξύ 30 και 70% του συνολικού ελλείμματος. Βασικός, δηλαδή, τροφοδότης του ελλείμματος είναι οι εισαγωγές καυσίμων. Είμαστε μια Χώρα απολύτως εξαρτημένη ενεργειακά. Ιδίως από το 2019 και μετά, έχουμε αυξήσει υπέρμετρα την εξάρτησή μας, με την πρόσδεσή μας στο φυσικό αέριο, αφού στείλαμε το εγχώριο καύσιμο του λιγνίτη στο “πυρ το εξώτερον”.
Απ’ όλα όσα προανέφερα καθίσταται σαφές ότι τα ελλείμματα δεν προκύπτουν τυχαία. Αποτελούν συνέπεια συγκεκριμένων κυβερνητικών επιλογών, όπως η πλήρης αδυναμία διαχείρισης του Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας σε αναπτυξιακή κατεύθυνση, η έλλειψη κάθε σχεδιασμού αγροτικής και περιφερειακής ανάπτυξης, καθώς και οι εθνικά επιζήμιες επιλογές στον ενεργειακό τομέα.Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το υπό ψήφιση Νομοσχέδιο. όπως ανέδειξε επαρκέστατα ο Ειδικός Αγορητής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας μας, Στ. Μιχαηλίδης, που εξήγησε πληρέστατα και με σαφήνεια για ποιο λόγο το καταψηφίζουμε. Στο ΠΑΣΟΚ διαχρονικά πιστεύουμε ότι υπάρχουν πάρα πολλές αρμοδιότητες / λειτουργίες, όπου το Κράτος δεν μπορεί να είναι απλός διαχειριστής. Μία από αυτές είναι και τα λιμάνια. Προφανώς υπάρχουν τρόποι καλύτερης διαχείρισής τους και οι συμβάσεις παραχώρησης είναι ένας από αυτούς. Σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, έχουν βρεθεί ισορροπίες. Το Κράτος κρατά την ιδιοκτησία παντού και παραχωρεί τη λειτουργία, την οποία εποπτεύει με συγκεκριμένο πλαίσιο. Εσείς, μπορεί επικοινωνιακά να το αρνείστε, αλλά αυτό που κάνετε αποτελεί ιδιωτικοποίηση.
Φέτος το καλοκαίρι, τουλάχιστον οι μισοί συμπολίτες μας αδυνατούν να πάνε σε νησί διακοπές, καθώς έχουν εκτιναχθεί στα ύψη οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων. Ένα μεγάλο μέρος από τους νησιώτες τρομάζουν στην ιδέα ότι θα προκύψει ανάγκη να ταξιδέψουν με πλοίο, λ.χ. για λόγους υγείας, με την οικογένεια τους στην ηπειρωτική χώρα. Αυτά τα δεδομένα, δεν είναι ασύνδετα με τα Νομοσχέδιο. Τι σημαίνει, άραγε, στην πράξη, όταν ο πάροχος υπηρεσιών ναυσιπλοΐας παίρνει και το λιμάνι; “Γιάννη κερνά και Γιάννης πίνει”. Πως ακριβώς θα εξασφαλιστεί ο περιβόητος ανταγωνισμός, στον οποίο ομνύετε; Γεννάται ο κίνδυνος όχι μόνο ολιγοπωλιακών, αλλά μονοπωλιακών καταστάσεων.Η Κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει κλείσει τον κύκλο της. Υπάρχει μια ολοκληρωμένη διαφορετική αντίληψη, φορέας της οποίας είναι το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής και την οποία θα παρουσιάζουμε τεκμηριωμένα κάθε μέρα από το βήμα της Βουλής.
Αναλυτικότερα, μπορείτε να δείτε το video της ομιλίας εδώ: https://youtu.be/9An-yleMTQM?si=dbYTn4YqADR74ine
Γράψτε μία απάντηση