Χρέη €125 εκατ. προς τη ΔΕΗ οδηγούν σε αδιέξοδο την τηλεθέρμανση σε Κοζάνη και Πτολεμαΐδα. Το σχέδιο της κυβέρνησης στο παραπέντε της χειμερινής περιόδου για να επιλυθεί ο γόρδιος δεσμός

Σε αδιέξοδο οδηγείται το σχέδιο τηλεθέρμανσης των λιγνιτικών περιοχών της χώρας, με την κυβέρνηση, την τοπική αυτοδιοίκηση και τη ΔΕΗ να αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία, λίγο πριν την έναρξη της χειμερινής περιόδου.Στην Ελλάδα το ζήτημα αφορά τους πέντε «λιγνιτικούς» δήμους της χώρας, τέσσερις στη Δυτική Μακεδονία (Κοζάνης, Εορδαίας, Φλώρινας, Αμυνταίου) και έναν στην Πελοπόννησο (Μεγαλόπολης).

Οι τρεις εκ των οποίων (Κοζάνης, Εορδαίας, Αμυνταίου) λειτουργούν συστήματα τηλεθέρμανσης. Μετά την ανακοίνωση το 2019 της απόφασης για την απολιγνιτοποίηση της χώρας το αργότερο έως το 2028, ο αρχικός σχεδιασμός για την κάλυψη των θερμικών αναγκών των πέντε αυτών πόλεων συμφωνήθηκε το 2020 σε αμιγώς πολιτικό επίπεδο μεταξύ των δημάρχων και του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βασίστηκε εξ ολοκλήρου στο φυσικό αέριο.

Παρά το γεγονός όπως σημειώνει ο κ. Νίκος Μάντζαρης αναλυτής και ιδρυτής του Green Tank, ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις και οι αλλαγές πολιτικής που έγιναν έκτοτε στην Ευρώπη μετέβαλαν τις προοπτικές χρήσης αερίου για θέρμανση και θα έπρεπε να αναπροσαρμόσουν τον αρχικό σχεδιασμό για τη θέρμανση των λιγνιτικών περιοχών της χώρας.

Λόγω της σταδιακής απόσυρσης των μονάδων λιγνίτη της ΔΕΗ,  συμφωνήθηκε η συνέχιση της τηλεθέρμανσης μέσω της Πτολεμαίδας 5 όταν θα ξεκινούσε να λειτουργεί και αμέσως μετά η κατασκευή μια νέας μονάδας συμπαραγωγής και θερμότητας (ΣΥΘΥΑ) που θα κατασκεύαζε η ΔΕΗ στην περιοχή με καύσιμο φυσικό αέριο. Ως ενδιάμεση λύση επιλέχτηκε η προσωρινή λύση της λειτουργίας της τηλεθέρμανσης με ηλεκτρολέβητες που θα εγκαθιστούσε η ΔΕΗ στον ΑΗΣ Καρδιάς

Όμως αυτή η ενδιάμεση λύση μονιμοποιήθηκε με αποτέλεσμα λόγω της αδυναμίας του δήμου Εορδαίας να αυξήσει τις χρεώσεις προς τους καταναλωτές να επιλεγεί η λύση της επιβάρυνσης της ΔΕΗ. Σήμερα, οι  συζητήσεις επικεντρώνονται στην επίλυση μιας εξαιρετικά δύσκολης εξίσωσης, που είναι η εύρεση της χρυσής τομής με το κυριότερο πρόβλημα να εντοπίζεται στα χρέη προς την ΔΕΗ. Οι οφειλές της Δημοτικής Επιχείρησης Τηλεθέρμανσης  Πτολεμαίδας και της Δημοτικής Εταιρείας Ύδρευσης και Αποχέτευσης Κοζάνης ανέρχονται συνολικά σε 125 εκατ. προς τη ΔΕΗ.

Ο κίνδυνος να μείνουν οι δήμοι των λιγνιτικών περιοχών χωρίς θέρμανση στο παραπέντε της χειμερινής περιόδου οδηγεί την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ και την ΔΕΗ στον επιμερισμό των χρεών μεταξύ  δήμων, Δημοσίου και ΔΕΗ. Ωστόσο εκκρεμεί ο καθορισμός της τιμής της κιλοβατώρας μέχρι να κατασκευαστεί η νέα μονάδα ΣΥΘΥΑ της ΔΕΗ αλλά και η τιμή της κατά την διάρκεια λειτουργίας. Επί του παρόντος για το νέο πλαίσιο που βάζει στο τραπέζι το ΥΠΕΝ και η ΔΕΗ δεν έχουν ανάψει το πράσινο φως οι δήμοι.

Οι προτάσεις

Με στόχο να συμβάλλει στη συζήτηση για το μέλλον της θέρμανσης και τις τηλεθέρμανσης στις λιγνιτικές πόλεις της χώρας, το Green Tank αξιοποίησε τα δημόσια διαθέσιμα στοιχεία και ανέλυσε το ιστορικό και το κόστος του υφιστάμενου σχεδιασμού που βασίζεται εξ ολοκλήρου στο αέριο.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της ανάλυσης, το συνολικό κόστος των υποέργων που σχεδιάζονται αγγίζει τα 420 εκατ. Κρίσιμα υποέργα όπως α) η διασύνδεση της τηλεθέρμανσης Κοζάνης με το ενιαίο δίκτυο τηλεθερμάνσεων, β) η νέα μονάδα ΣΗΘΥΑ αερίου που θα κατασκεύαζε η ΔΕΗ και γ) η διασύνδεση της τηλεθέρμανσης Αμυνταίου, συνολικού κόστους €176 εκατ. δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα, ενώ σημειώνονται σημαντικές καθυστερήσεις σε υπό κατασκευή έργα.

Εκτός από το υψηλό κόστος εγκατάστασης, η ανάλυση κόστους-οφέλους για την πόλη της Κοζάνης  δείχνει ότι και το κόστος λειτουργίας αυτών των συστημάτων θα κινείται ανοδικά λόγω της εξάρτησης από το ρυπογόνο και ακριβό ορυκτό αέριο, επιβαρύνοντας όχι μόνο τις λιγνιτικές πόλεις, αλλά και το σύνολο των καταναλωτών της χώρας.

Όπως τονίζει το think tank αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα τη στιγμή που οι τιμές αερίου εξακολουθούν να εμφανίζουν διακυμάνσεις χωρίς να έχουν επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα, ενώ η Ευρώπη επιταχύνει την απεξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα, περιορίζοντας δραστικά τις χρηματοδοτήσεις για υποδομές αερίου. Ειδικά για τη θέρμανση και τα συστήματα τηλεθέρμανσης προκρίνονται λύσεις που βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με τη Δανία, τη Λετονία και την Ουγγαρία να δίνουν ήδη καλά παραδείγματα, ενώ για την τηλεθέρμανση των λιγνιτικών περιοχών της Ελλάδας έχουν ήδη κατατεθεί αντίστοιχες προτάσεις που βασίζονται στις ΑΠΕ.

Ειδικότερα, για τις τρεις πόλεις που σήμερα έχουν συστήματα τηλεθέρμανσης (Κοζάνη, Πτολεμαΐδα, Αμύνταιο), η μόνιμη λύση θα πρέπει να αξιοποιεί το κατάλληλο μίγμα τεχνολογιών ΑΠΕ (ηλιοθερμικά συστήματα, αντλίες θερμότητας, φωτοβολταϊκά και ηλεκτρολέβητες, τοπικά παραγόμενη βιομάζα, γεωθερμία κ.α.) ανάλογα με το δυναμικό της κάθε περιοχής και το βέλτιστο κόστος κατασκευής και λειτουργίας.

Ειδικά για την Κοζάνη, θα απαιτηθεί οπωσδήποτε μια μεταβατική λύση, η οποία μπορεί να βασιστεί στους ηλεκτρολέβητες, με την προϋπόθεση ότι θα βρεθούν πόροι για την κάλυψη του κόστους αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο με τρόπο ώστε να μην επιβαρυνθούν επιπλέον οι πολίτες της Κοζάνης για το χρονικό διάστημα που απαιτείται μέχρι την εφαρμογή της μόνιμης λύσης.

Ένα πρόγραμμα στη λογική του «Απόλλων», ειδικά για τις τηλεθερμάνσεις, θα μπορούσε να γεφυρώσει πιθανά χρηματοδοτικά κενά που θα αναδείξει η τεχνικο-οικονομική αξιολόγηση των λύσεων.

Για τις πόλεις που δεν έχουν σύστημα τηλεθέρμανσης (Φλώρινα, Μεγαλόπολη), προτείνεται ο εξηλεκτρισμός της θέρμανσης με αντλίες θερμότητας, σε συνδυασμό με παρεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων και εγκατάσταση ΑΠΕ για την κάλυψη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, είτε από μεμονωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, είτε συλλογικά αξιοποιώντας το εργαλείο των ενεργειακών κοινοτήτων.

Γράψτε μία απάντηση

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί